τιμή  λιανικής

τιμή  λιανικής
малопродажна  цена

Грчко-македонскиот речник (Έλληνες-Μακεδονική λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • τιμή — Όρος με τον οποίο χαρακτηρίζεται η ποσότητα χρήματος που δίνεται σε αντάλλαγμα αγαθών ή υπηρεσιών ή, πιο συγκεκριμένα, η αξία των αγαθών και των υπηρεσιών εκφραζόμενη σε χρήμα. Συχνά, αντί για τη λέξη τ., προτιμούν να χρησιμοποιούν, ειδικά στην… …   Dictionary of Greek

  • Γουόλτον, Σάμουελ Μουρ — (Samuel Moore Walton, Κίνγκφισερ, Οκλαχόμα 1918 – 1992). Αμερικανός επιχειρηματίας. Σπούδασε οικονομικά στο πανεπιστήμιο του Μισούρι και το 1945 άνοιξε το πρώτο του κατάστημα στο Νιούπορτ του Αρκάνσας, ως δικαιοδόχος για την αλυσίδα καταστημάτων… …   Dictionary of Greek

  • μάρκετινγκ — Ο τομέας της παραγωγής που αφορά τη ροή των προϊόντων και των υπηρεσιών που παρέχονται από τον παραγωγό στον καταναλωτή. Πιο απλά ο όρος δηλώνει τη διανομή και πώληση των αγαθών. Στην έννοια του μ. περιλαμβάνονται όλες οι δραστηριότητες που… …   Dictionary of Greek

  • εμπόριο — Οικονομική ασχολία η οποία, μέσω πράξεων αγοραπωλησίας, μεταβιβάζει τα αγαθά των παραγωγών στους καταναλωτές (ή άλλους παραγωγούς) στην ποσότητα, στον τόπο και στη στιγμή που χρειάζονται. Βασική είναι η διάκριση ανάμεσα σε εσωτερικό και σε… …   Dictionary of Greek

  • αριθμοδείκτες — Στη στατιστική είναι δοσμένοι οι λόγοι που προκύπτουν από τη διαίρεση του κάθε όρου μιας ακολουθίας με έναν ορισμένο από αυτούς και τον πολλαπλασιασμό έπειτα του κάθε πηλίκου με μια δύναμη του 10, συνήθως με το 100. Με τον τρόπο αυτό η στατιστική …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”